Μια μάνα απελπισμένη από το δράμα της κόρης της, που βασανιζόταν από δαιμόνιο βγαίνει από τα όρια της περιοχής της για να συναντήσει τον Ιησού, που επίσης βγαίνει από τον τόπο του για να συναντήσει εκείνη. Η γυναίκα, αν και αλλόπιστη, ζητάει συμπόνια και έλεος από έναν δάσκαλο του Ισραήλ. Εκείνος προσπαθώντας να είναι συνεπής με τα στερεότυπα που ζητάει η εποχή του και η θρησκεία του, φαίνεται πως δεν της δίνει σημασία. Στη δίκαιη αγανάκτηση των μαθητών του, να ικανοποιήσει το αίτημά της για να σωπάσει, ο Ιησούς αποκρίνεται πως η αποστολή του αφορά μόνο τους πλανεμένους Ισραηλίτες. Στην επιμονή της μητέρας για βοήθεια και έλεος ο Χριστός αφήνει να εννοηθεί πως συντάσσεται με την εθνικιστική ιδεολογία των Ιουδαίων της εποχής του: « Δεν είναι σωστό να πάρει κανείς το ψωμί των παιδιών και να το ρίξει στα σκυλιά», της λέει. Και η γυναίκα απαντά σε ετοιμότητα που χαρακτηρίζει την πίστη της: «Ναι, Κύριε, αλλά και τα σκυλιά τρώνε από τα ψίχουλα που πέφτουν από το τραπέζι των κυρίων τους».
Σε μια από τις λίγες περιπτώσεις που θαυμάζει ο Ιησούς, αναφωνεί: «Πόσο μεγάλη είναι η πίστη σου γυναίκα. Ας γίνει όπως το θέλεις». ΚΙ από εκείνη την ώρα η θυγατέρα της γιατρεύτηκε.
Ένα μεγάλο τραπέζι αγαθών στρώνεται καθημερινά από το Θεό στον καθένα μας. Η ζωή, η υγεία, η ίδια μας η ύπαρξη, οι άλλοι άνθρωποι, τα μικρά και τα μεγάλα αγαθά, η σωτηρία μας και η αιώνια ζωή είναι συνεχώς τα παρατιθέμενα προς «απόλαυσιν και τροφήν ημετέραν». Προσκεκλημένοι και δαιτυμόνες ΟΛΟΙ ανεξαρτήτως φυλής, φύλου, χρώματος και θρησκείας. Και η τροφή τόσο πλούσια που μπορεί και να ξεφύγει και ψίχουλα να πέσουν από το τραπέζι αρκετά και ικανά όχι απλώς να φάμε, αλλά να χορτάσουμε όλοι.